Σάββατο 27 Ιουνίου 2015

Ήλιε μου ηλιάτορα


Αναρωτιέμαι λοιπόν... Να μείνω ή να φύγω. Μαζί με μένα και άλλοι πόσοι στην  ηλικία μου. Να φύγω για να δοκιμάσω την τύχη μου κάπου αλλού ή να μείνω και να το παλέψω και όπου μας πάει; Η φυγή τελικά είναι η λύση για τα πράγματα που αδυνατούμε να διαχειριστούμε; Ότι σε πονάει το κόβεις και πας παρακάτω; Είμαστε γενιά βολεμένων; Μάθαμε να μην παλεύουμε, να μην προσπαθούμε, να μην διεκδικούμε; Και να μας λένε και μπράβο από πάνω; Και αυτό αντικατοπτρίζεται σε όλα τα επίπεδα της ζωής μας. Στο εργασιακό, στο κοινωνικό, στο αισθηματικό, στο πολιτικό. Μάθαμε να τα ρίχνουμε όλα στην κακή μας τύχη και στη μαύρη μοίρα. Να δουλεύουμε λίγο και να βγάζουμε πολλά, να προσπαθούμε τόσο - όσο για τη σχέση μας και εκείνη να πηγαίνει καλά, να μην προσφέρουμε στους φίλους μας αλλά εκείνοι να είναι πάντα εκεί, να μην αποδίδουμε στην εργασία μας αλλά να παίρνουμε αναγνώριση, να γυρίζουν τα πράγματα γύρω από τον εαυτό μας και το Εγώ μας. Ευτυχώς πολλοί ξυπνήσανε. Ευτυχώς κάποιοι ακόμα μπορούν να σκέφτονται και να αισθάνονται. Πρέπει όμως να γίνουμε περισσότεροι. Πρέπει οι φωνές μας να ακουστούν πέρα από το διαμέρισμά μας, την πολυκατοικία μας, τη γειτονιά μας, την πόλη μας, τα σύνορά μας. Μας δίνεται μια ευκαιρία να βγάλουμε από πάνω μας τους δυνάστες μας. Μας δίνεται μια ευκαιρία να αποφασίσουμε εμείς για το μέλλον μας και να σταθούμε στα πόδια μας. Όχι ο καθένας σκεπτόμενος τον εαυτό του αλλά το γενικό καλό, τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας. Θα είναι δύσκολα στην αρχή, αλλά και τί δεν είναι; Σάμπως τώρα εύκολα είναι; Λοιπόν σαν κάτοικος αυτού του τόπου θέλω να έχω το δικαίωμα να αποφασίζω εγώ η ίδια ποιό ειναι το καλό μου και πως θα ζήσω τη ζωη μου. Κανένας άλλος. Δε θέλω να είμαι μαριονέτα στο παιχνίδι τους. Καλύτερα μόνοι μας. Ας τα γκρεμίσουμε όλα και ας τα ξαναχτίσουμε. Ας ξαναγεννηθούμε από τις στάχτες μας. Ας ξεκινήσουμε από το μηδέν. Η ιστορία έχει δείξει πως μπορούμε να τα καταφέρουμε αρκεί να είμαστε ενωμένοι. Δύσκολο αλλα όχι αδύνατον. Ας ρισκάρουμε και λίγο. Τόσο καιρό που πηγαίναμε εκ του ασφαλούς τί κερδίσαμε; Σίγουρα κάποιοι κέρδισαν. Με τί κόστος όμως και πάνω στις πλάτες ποιών; Και πως να κατηγορήσεις και αυτούς που φεύγουν; Γιατί η Ελλάδα σου λέει τρώει τα παιδιά της. Πώς να τους κοιτάξεις στα μάτια και με ειλικρίνεια να τους πεις οτι εχουν άδικο; Η φυγή όμως γαμώτο δεν είναι λύση. Η σκλαβιά επίσης δεν είναι. Ας αποφασίσουμε με συνείδηση. Ας αποφασίσουμε να ρισκάρουμε, να αλλάξουμε την κατάσταση, να αναπνεύσουμε ελεύθερα. Κάναμε την αρχή. Ας το πάμε μέχρι το τέλος. Χωρίς αλληλοκατηγορίες και διαχωρισμούς. Σε όποιο χρώμα και αν πιστεύει ο καθένας, όλοι είμαστε κάτοικοι αυτού του ευλογημένου τόπου. Το πρόβλημά μας είναι ο εγωισμός μας. Μήπως να αφήναμε λίγο τα χρώματα και να ασχολούμασταν με την ουσία; Με τις αξίες μας σαν λαός; Δε θα χαθούμε. Δεν μπορεί να χαθούμε. Είμαστε η χώρα του ήλιου και όσο μας φωτίζει αυτός ο λαμπερός ήλιος, σε αυτή τη χώρα θα γεννιούνται λαμπρές ιδέες, λαμπρά μυαλά και λαμπροί άνθρωποι. Μην ξεχνάμε πως πάντα μετά από την καταιγίδα, βγαίνει πάντα αυτός ο υπέροχος φωτεινός, ζεστός ήλιος. Ας δείξουμε οτι είμαστε άξιοι απόγονοι και συνεχιστές αυτών που έκαναν τη λέξη Έλληνας να ακούγεται σε ολη τη γη και να ξαναπάρει την έννοια της παλικαριάς, του φιλότιμου, της γενναιότητας, της δημοκρατίας, των ελεύθερων ιδεών και του πνεύματος και όχι της λαμογιάς, του σταρχιδισμού, της καλοπέρασης, του βολέματος και της απατεωνιάς. Εγώ πάντως λέω να μείνω! Μπορούμε!

Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

De ja vu


 Η ζωή μας αποτελείται απο μικρά μικρά κομμάτια γνώσης που όταν έρθει η στιγμή μπαίνουν στη θέση που τους πρέπει και συμβαίνει μια αποκάλυψη. Έπρεπε να περάσουν 5 ολόκληρα χρόνια για να καταλάβω το πραγματικό νόημα ενός έργου και να το αποκωδικοποιήσω. Ο Φάντο είμαστε εμείς και η Λις είμαστε παλι εμείς. Είμαστε εμείς σε σχέση με τους εαυτούς μας και με τους άλλους. Τώρα αντιλαμβάνομαι την σημασία της κάθε λέξης που έλεγα χωρίς να μπορώ να συνειδητοποιώ τότε τί ακριβώς έλεγα. Τα έλεγα βιωματικά και ασυνείδητα χωρίς να μπορώ να τα ερμηνεύσω με τη λογική μου. Και θέλω να ξαναπαίξω απο την αρχή την κάθε λέξη, την κάθε παύση, την κάθε αναπνοή. Που τώρα όμως θα έχουν ενα εντελώς διαφορετικό νόημα μέσα μου. Γιατί τώρα θα βιώνω το συναίσθημά μου ξέροντας ακριβώς τί ήταν αυτό που έλειπε από το παζλ. Φάντο και Λις. Δύο πληγωμένα παιδιά που όλοι κρύβουμε μέσα μας. Θύτες και θύματα εναλλάσσουν τους ρόλους, παλεύουν με τους εαυτούς τους και ο ένας με τον άλλον. Και τελικά ο ένας από τους δυο αποφασίζει να αφαιρέσει τη ζωή του άλλου. Η Λις ανάπηρη κρεμιέται και εξαρτάται απο τον Φάντο. Αναπηρία που ο ίδιος ο Φάντο της εχει προκαλέσει  για να μπορεί να την ελέγχει κ να μην του φύγει. Για το καλό της οπως ο ίδιος πιστεύει. Και παρόλη την αναπηρία της, ο έλεγχος συνεχίζεται με αλυσίδες, χειροπέδες, ζώνες. Οτιδήποτε, που θα την κάνει να μείνει εκεί χωρίς να μπορεί να βρει διέξοδο και που μια ζωή θα ευχαριστεί τον Φάντο για οτι καλό της πρόσφερε. Ψάχνουν να βρουν μια ουτοπική ευτυχία. Μια ονειρική πόλη που εκει θα μπορούν να ζουν ευτυχισμένοι. Πού να φανταστούν πως η πραγματική ευτυχία ειναι μέσα τους. Δεν είναι κακός ο Φάντο, δεν ειναι καλή η Λις, δεν είναι καλός ο Φάντο, δεν ειναι κακιά η Λις.  Ο καθένας μεσα στην πληγωμένη ψυχή του, προσπαθεί να βρει την ευτυχία όπως την νομίζει. Ο Φάντο απογοητεύεται, η Λις απογοητεύεται, ο Φαντο καταθέτει τα όπλα, η Λις φωνάζει για προσπάθεια, ο Φάντο κουράζεται, η Λις πεθαίνει,ο Φάντο καταλαβαίνει;;;... Με τον ίδιο τροπο που πεθαίνουν και οι σχεσεις μας. Με τον ίδιο τρόπο που σκοτώνουμε καθημερινά ο ένας τον άλλον. Με τον ίδιο τρόπο που κάποιος αρνείται να δει την πραγματικότητα και να την αλλάξει. Ή που δε θέλει να την αλλαξει. Ή που δεν μπορεί. Ή που κουράζεται και αποφασίζει να μην προσπαθήσει και πηγαίνει παρακάτω. Για να ξανακάνει τα ίδια λάθη ίσως, αν δεν νιώσει, δε συνειδητοποιήσει τί έχει κάνει ή να αποφασίσει να δυναμώσει και να φτάσει στην ολοκλήρωσή του, στην ευτυχία του. Ή που τελικά αυτή είναι η δική του πραγματικότητα και έτσι του αρέσει. Φάντο και Λις μου σας ευχαριστώ, μα πιο πολύ από όλους ευχαριστώ εσένα,τη ζωή, τον Θεό και το σύμπαν...

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

Φως...


Η πόρτα της εξόδου άνοιξε. Δε χωράς πια. Ορίζω τον χρόνο, τον χώρο και το διάστημα.
Χρόνος - ημιτελής.
Χώρος - ανεπαρκής.
Διάστημα - αλλοιωμένο.
Μόνο το κενό είναι μετρήσιμο. Σε κάθε τικ - τακ του ρολογιού, σε κάθε ανοιγόκλεισμα των βλεφάρων, σε κάθε αναπνοή. Δε με ορίζεις πια. Ορίζομαι από κάθε στιγμή, σκέψη, ανάμνηση.
"Κάηκε", είπες. Κάηκα, κάηκες, καήκαμε. Πήραμε φωτιά ολόκληροι. Φωτιά που κατάκαψε τα πάντα στο πέρασμά της.
"Πάγωσα μέσα μου" είπες άλλη στιγμή.  Στιγμή δεν πίστεψα οτι ήταν αλήθεια. Δεν ήθελα να πιστέψω. Καβαλούσα τα φτερά του έρωτα και πετούσα στον ουρανό, ενώ κάτω στη γη παιζόταν παιχνίδι σκληρό.
"Θα σε πληγώσω" μου είπες ένα βράδυ κρατώντας με αγκαλιά, γυμνοί. Γυμνοί. Όπως γυμνή άφησα τη ψυχή μου σε σένα. Έβαλα τα γέλια.
"Μην το κάνεις. Θα πονέσω." Κρύφτηκα στην αγκαλιά σου και σε έσφιξα. "Όχι άλλο πόνο. Αιμορραγώ ακόμα" σου φώναξα. Δε σε ένοιαζε όμως. Δε σε αφορούσε. Γιατί εισαι μικρό ανθρωπάκι κρυμμένο μέσα στις σκιές. Αυτές τις σκιές σου αγάπησα. Ίσως γιατί μέσα στις δικές σου σκιές έβλεπα και τα δικά μου σκοτεινά μονοπάτια. Ήρθες και έγινες έρωτας τιμωρός.
"Δεν πιστεύω στον έρωτα" έλεγες. "Ο έρωτας είναι για τους δυνατούς". Κι εσύ είχες παραιτηθεί.
"Θέλω αλλά δε μπορώ" έλεγες.
Έλεγες, έλεγες, έλεγες...
Κι εγώ να υπάρχω και για τους δυό μας. Στον δικό μου μικρόκοσμο, το επίκεντρο πάντα εσύ. Ένας κόκκος άμμου που το παρασύρει η θάλασσα. Η δικια σου θάλασσα. αυτή η σκοτεινή, βαθιά, αγριεμένη σου θάλασσα. Μετά ήρθε η τρικυμία μαζί με καταιγίδες και ανεμοστρόβιλους. Δε θα το ξεχάσω ποτέ αυτό το βλέμμα. Αυτό το κενό, άδειο παγωμένο σου βλέμμα. "Σ' αγαπάω" σου φώναζα κι ας έβλεπα στην καρδιά σου μόνο θυμό, απογοήτευση, μίσος. Άκουσα... Πόσα άκουσα... Άντεξα όμως. Άντεξα να γίνω πιόνι στα χέρια σου, άντεξα να ακούω κατηγόριες, άντεξα να χάσω ακόμα μια φορά τον εαυτό μου για έναν έρωτα. 
Όχι πια. Τέρμα οι θύτες και τα θύματα, τέρμα οι δήθεν έρωτες, τέρμα τα μεγάλα κενά λόγια. Έχει ερθει η ωρα για αλλαγές. Εχει ερθει η ωρα της αλήθειας.  Όποιος δεν μπορεί να την αντέξει ας πάει παραδίπλα. 
Από πού έρχεται όλο αυτο το φως; Λάμπει μπροστά μου και μου δείχνει τον δρόμο. Από εδώ και πέρα μόνο φως...

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Θεωρίες Σχετικότητας

Να ερωτεύεστε εκείνους που αποζητάνε το χαμόγελό σας και προσπαθούν να το κερδίσουν, εκείνους που σας διεκδικούν κάθε μέρα γιατί δε σας θεωρούν "δεδομένα", εκείνους που σας λένε πάντα την αλήθεια κι ας ξέρουν πως πονάει. Να ερωτεύεστε εκείνους που σας ερωτεύονται...
Αυτούς που κάνουν πράξη τα λόγια τους, αυτούς που ονειρεύονται μαζί σας, αυτούς που φοβούνται μη σας χάσουν. Όχι από ανασφάλεια μη μείνουν μόνοι τους αλλά επειδή η μυρωδιά του σώματός τους έχει δεθεί με τη δικιά σας. Να ερωτεύεστε αυτούς που ερωτεύονται τα ίδια πράγματα με σας...
Μάθαμε οτι η αγάπη πονάει. Όχι. Οι λάθος επιλογές πονάνε. Οι εμμονές. Να μην τα έχεις βρει με τον εαυτό σου και να αναρωτιέσαι γιατί έτυχε πάλι σε σένα ο λάθος άνθρωπος. Οι μίζεροι άνθρωποι. Εκείνοι που κουβαλάνε στη ψυχή τους αρνητισμό. Αυτοί οι ίδιοι που προσπαθούν να σε τραβήξουν μαζί τους στο κενό κι εσύ τους αφήνεις.
Κι εσύ πιστεύεις πως έτσι είναι οι μεγάλοι έρωτες, οι παθιασμένοι, οι αξέχαστοι. Όσο πιο δυνατός ο πόνος, τόσο πιο μεγάλη η αγάπη. Όσο περισσότερο κλάψεις, πονέσεις, ταπεινωθείς, χάσεις τα λογικά σου, την αξιοπρέπειά σου, τον ίδιο σου τον εαυτό, τόσο δυνατότερος ο έρωτας. Ζεις το παραμύθι σου και το πιστεύεις και συνεχίζεις να χάνεσαι, να αναρωτιέσαι και να κλαίγεσαι. Γιατί το κάνεις; Γιατί μισείς τόσο πολύ τον εαυτό σου ώστε να τον υποβάλλεις σε αυτές τις δοκιμασίες;
Έρχεται η μαγική στιγμή που σου αποκαλύπτονται όλα εκείνα που φυσικά πάντα ήξερες αλλά ήσουν τυφλός για να τα δεις μέσα στην εικονική πραγματικότητα που έχτισες. Από την ανάγκη σου ίσως να αγαπήσεις και να αγαπηθείς. Και έπλασες την ιδέα αυτού που θα ήθελες να σου συμβεί πάνω σε αυτόν που από την αρχή ήξερες ότι είναι αδύνατον να συμβεί. Μπερδεμένο ε; Υπάρχει φυσικά και η χημεία, η φυσική, η ψυχολογία, η κοινωνιολογία και τόσες άλλες επιστήμες που προσπαθούν να σου τα εξηγήσουν. Άλλες με πολυπλοκότητα, άλλες με νόμους, άλλες με θεωρίες. Υπάρχει άραγε λογική εξήγηση; Από τη στιγμή που θα συνειδητοποιήσεις, θεωρητικά δε σε αφορά πια. Βγάζεις όλα εκείνα λοιπόν από πάνω σου που σε τραβάνε πίσω, που σε καθυστερούν, που σε πονάνε. Όλους εκείνους που δεν είχαν ποτέ τίποτα ουσιαστικό να σου πουν, εκείνους που αρέσκονται στο να παίζουν παιχνίδια για να επιβεβαιωθούν, εκείνους που ενδιαφέρονται για την επιφάνεια και δεν μπορούν να εμβαθύνουν, εκείνους που δεν αγγίχτηκαν οι ψυχές σας.
Χάνεις κάτι για να κερδίσεις κάτι άλλο. Χτίζεις την πανοπλία σου για να είσαι καλύτερα προετοιμασμένος την επόμενη φορά. Αναπνέεις ελεύθερα και λες "τα κατάφερα, είμαι πιο δυνατός απο πριν". Ξέρεις τί λεω εγώ για όλα αυτά; Μπούρδες! Νομίζεις οτι κάτι πέτυχες; Νομίζεις οτι τα κατάφερες να ξεγελάσεις τον εαυτό σου και να είσαι πιο προσεκτικός για τα επόμενα που θα ρθουν; Αυτό το μικρό παιδί που έχεις μέσα σου είναι ανυπάκουο, ζωηρό και σκανταλιάρικο. Και συνήθως δεν μαθαίνει από τα λάθη του. Θα μάθεις κάποια στιγμή. Μέσα από τον πόνο, την απώλεια και τον χρόνο. Θα μάθεις να το προστατεύεις, να το ακούς, να μην του χαιδεύεις τα αυτιά και να έρχεσαι αντιμέτωπο μαζί του. Μέχρι τότε όμως ο κύκλος θα επαναμβάνεται. Έρωτας, αγάπη, πόνος, θυμός, μίσος, αποκάλυψη. Κάθε φορά θα σου αποκαλύπτεται κάτι. Αν είσαι αρκετά ανοιχτός και τυχερός θα το δεις.
Όλα αυτά έγραφα μέχρι τη στιγμή που ακούστηκε αυτό το δαιμονισμένο μπιπ και άρχισε να αναβοσβήνει το κινητό μου. Όλα τακτοποιημένα έλεγα μέχρι πριν από εκείνο το δευτερόλεπτο που είδα το όνομά σου. "Τί στο διάολο θέλεις, φώναξα. Να πας να γαμηθείς. Εσύ, όλος ο πόνος που μου έδωσες, εγώ, όλοι μας." Άλλη μια ευκαιρία χαμένη. Είπα θα ήταν η τελευταία. "Στο είπα. Γιατί δεν ακούς;" Το ακούω να χτυπάει δεύτερη, τρίτη, τέταρτη. Τώρα θα δεις, θα σε βάλω στο αθόρυβο και θα σε γυρίσω ανάποδα να μη σε βλέπω. '
Οτι δεν βλέπεις, δεν υπάρχει, σωστά; "Ορίστε το έκανα. Είμαι καλύτερα τώρα. Πού είχα μείνει λοιπόν;" Α ναι! Στην αποκάλυψη. Αν είσαι λοιπόν τυχερός θα το δεις και τότε... Πφφφφ. Μια ματιά θα ρίξω μόνο και δε θα ασχοληθώ. Αφού τώρα πια κατάλαβα, μπορώ να το αντιμετωπίσω, είμαι δυνατή. "Ακόμα παίρνεις γαμώτο". Δε θα σε σηκώσω. Δε θα αφήσω να μου χαλάσεις ότι έχω χτίσει, σκεφτεί και αναλύσει. Μου το είπε και ο ψυχαναλυτής μου. Πρέπει να απομακρυνθώ από σένα. Να πάρω τις αποστάσεις μου. Να δώσω χρόνο στα πράγματα. Να βιώσω το πένθος. "Τί μαλακείες μου λέει κι αυτός. Ποιό πένθος; Εγώ το μόνο που νιώθω αυτή τη στιγμή είναι ότι θέλω να σε κόψω κομματάκια να μην υπάρχεις." Αυτός είναι ο τρόπος για να νιώσω καλύτερα. Να εξαφανίσω κάθε μικροσκοπικό κύτταρό σου. Να μην νιώθω οτι μπορείς να αναπνέεις, να νιώθεις, να γελάς, να ζεις. Το ήξερες οτι το σπερματοζωάριο είναι το μικρότερο κύτταρο του ανθρώπινου οργανισμού; Από τα εκατομμύρια σπερματοζωάρια που κυκλοφορούν έπρεπε να γεννηθείς εσύ; Κι εγώ έπρεπε να πέσω πάνω στο συγκεκριμένο σπερματοζωάριο;  Ναι έτσι θα σε λέω από εδώ και πέρα. Είσαι το λάθος σπερματοζωάριο. Μια αποτυχημένη σύλληψη. Η φύση δεν κάνει πάντα την καλύτερη επιλογή. Παράγει και προιόντα χαλασμένα. Είσαι ένα χαλασμένο προιόν. Ένα λάθος της φύσης.
Ωχ νάτο το κάνω πάλι. Ρίχνω το φταίξιμο σε σένα. Όχι, όχι. Ήσουνα δική μου επιλογή. Δεν έπεσα πάνω σου. Σε διάλεξα. Για κάποιο λόγο συναντιούνται οι άνθρωποι. Αυτούς προσπαθώ να ερμηνεύσω για να μην πονάω άλλο. Θυμάμαι μια φορά μικρή που με κυνηγούσε η μάνα μου να φάω ένα αυγό και έτρεχα στο σπίτι κρατώντας έναν γυάλινο κουμπαρά. Εγώ έπεσα, ο κουμπαράς έσπασε, το χέρι μου κόπηκε. Έκλαιγα πολύ και πόναγα αλλά άντεξα τον πόνο να μου ράψουν το χέρι χωρίς αναισθησία επειδή ήμουνα μικρή και δε θα καταλάβαινα τον πόνο. Άκουγα να μου λένε έλα είσαι μεγάλο κορίτσι εσύ, δεν κάνει να κλαις. Σκούπισα λοιπόν τα δάκρυα μου και έκανα πως δεν πονάω για να μη με κοροιδέψουν. Έτσι και τώρα. Κάνω πως δεν πονάω. Αλλά αυτός ο πόνος δεν αντέχεται γαμώτο. Όσο και να προσποιηθώ αυτός έχει ριζώσει βαθιά και δε φεύγει. Είναι πάντα εκεί παρών να μου θυμίζει τα λάθη μου, τα λάθη σου, τις στιγμές. Στιγμές δικές μας. Αναμνήσεις που θέλω να μην θυμάμαι. "Γιατί σταμάτησες να παίρνεις; Το πήρες απόφαση ή κουράστηκες;" Και οι δύο κουραστήκαμε. Ο καθένας έψαχνε να γεμίσει τα κενά του. Αυτά μετράω τώρα. Τα κενά. Το ήξερες οτι μετριέται το κενό; Μπορώ και το μετράω. Είσαι κάποιος με πολλά κενά. Μάλλον αυτό αγάπησα σε σένα. Την κενότητά σου, την απλότητα της σκέψης σου, την αδυναμία σου να αισθανθείς και να αγαπήσεις.
Διαστροφή; Ανασφάλεια; Ένας άνθρωπος που πιστεύει πως μπορεί να νιώσει και να αγαπήσει, ερωτεύτηκε αυτόν που ήξερε οτι δε θα μπορέσει να του δώσει τίποτα από όσα αναζητά. Γιατί; Μα για να τον αλλάξει. Να αποδείξει οτι μπορεί να τον κάνει να νιώσει. Ο εγωισμός μου ξεδιπλώνεται σε όλο του το μεγαλείο! Πού πας βρε κακόμοιρο πλάσμα; Ακόμα δεν έμαθες από τις πληγές σου; Ήταν ακόμα ανοιχτές όταν τον συνάντησες. "Και οι πληγές μου ακόμα ανοιχτές σου έλεγα. Πρόσεχε πως θα μου φερθείς". Αλλά ήξερα που να πάρει ο διάολος. Ήξερα.
"Βρε βρε καλώς τον." Ξαναπαίρνεις. Καημένε μου ούτε εσύ έχεις λύσει τίποτα. Κι εσύ μέσα στην αφέλειά σου ψάχνεις να βρεις τις απαντήσεις. Για να τις πάρεις πρέπει να κάνεις τις σωστές ερωτήσεις. Πρέπει να μπορείς να τις σκεφτείς. Μέσα στο δικό σου μοναχικό σύμπαν, αυτό μοιάζει με αποτυχημένο σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Τα εξωγήινα όντα θα καταννοούσαν καλύτερα αυτά που έλεγα σε σένα.
"Θα απαντήσω. Θα το σηκώσω. Θα σου πω να μη με ξαναενοχλήσεις ποτέ πια. Θα τελειώσει οριστικά. Είσαι παρελθόν." Παίρνω βαθιά ανάσα, προσπαθώ να ηρεμήσω τους παλμούς της καρδιάς μου και πατάω το κουμπί. "Πού είσαι; Είμαι κάτω από το σπίτι σου." Η αναπνοή μου ξαφνικά γίνεται ήρεμη. Συνεχίζεις να μιλάς μα στα αυτιά μου η φωνή σου φτάνει σαν ξεκούρδιστες χορδές πιάνου. "Θα μου μιλήσεις; Με ακούς;" Το μόνο που ακούω είναι τη φωνή μέσα μου που ουρλιάζει όχι άλλο πόνο, όχι άλλο κλάμα, όχι άλλο πόλεμο. Σου ψιθυρίζω "αντίο", κλείνω το κινητό, σκουπίζω τα δάκρυα μου και χαμογελάω.

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Όνειρα γλυκά

ΚΛΕΙΣΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΜΗΣΟΥ.
Ονειρέψου τον δικό σου Παράδεισο.
Σύννεφα πολύχρωμα που πλησιάζουν με ένα σου κάλεσμα.
Λουλούδια που ανοίγουν τα υγρά πέταλά τους κάτω από βελούδινα χάδια.
Χαμόγελα που τρυπούν το σκοτάδι με κίτρινες ηλιαχτίδες και με το δώρο της ζωής.
Παλιές αγάπες που επιστρέφουν μέσα από ζεστά κύματα για να γεμίσουν το άδειο σου δωμάτιο με γαλάζια γαλήνη.
Καθαρές σταγόνες βροχής που ξεπλένουν κάθε αμαρτία, κάθε πόνο και σβήνουν κάθε ουλή.
Το χάδι του ανέμου που ξυπνά τις αισθήσεις και σε απογειώνει πέρα από τη γκρίζα άσφαλτο και τη βοή της λεωφόρου.
Λησμονημένα ηλιοβασιλέματα, που αφήνουν τα σημάδια τους στο βυθό του ωκεανού και αντανακλώνται σε λευκά σοκάκια.
ΟΝΕΙΡΕΨΟΥ ΧΩΡΙΣ ΦΟΒΟ γιατί στο προσκεφάλι σου τραγουδά ο Μορφέας.
Ψιθυρίζει συλλαβές που ησυχάζουν το νου και αγαλλιάζουν την καρδιά.
Εξημερώνει τους φόβους και χαϊδεύει τα παράπονα.
Μεταμορφώνει τους λυγμούς σε χαρούμενες νότες και τους πύρινους εφιάλτες σε παιδικά όνειρα.
Αρπάζει τα προσωπεία των δαιμόνων και αποκαλύπτει τα αιθέρια πλάσματα που κρύβονται από πίσω, τους αγγέλους με τα χρυσά φτερά.
Με τη δύναμη των πέντε ανέμων διώχνει μακριά τη βασανιστική ασχήμια και την απόγνωση.
Πλημμυρίζει τα μονοπάτια της κόλασης με αλμυρή θάλασσα, ανθισμένα κορμιά και ελπιδοφόρες ψυχές.
Όταν ο κόσμος μεταμορφώνεται σε σκοτεινή άβυσσο, όταν αόρατες παρουσίες στοιχειώνουν τον ύπνο σου, άσε τον Μορφέα να σε πλησιάσει και ν' αγγίξει τα βλέφαρά σου.
Γιατί κανένας εφιάλτης δεν μπορεί να σε λυγίσει όταν ανοίγεις την πόρτα σου στον πολύχρωμο παράδεισο των ονείρων.
ΟΝΕΙΡΑ ΓΛΥΚΑ!!!

AMOR

Έμεινα ακίνητη. Εκεί στη μεση του διαδρόμου, άρχισα να τους παρατηρώ. Το κανω πολλές φορές. Παρατηρώ ανθρώπους. Συνήθως αγνώστους. Προσπαθώ να πλάσω στο μυαλό μου την ιστορία τους.
Αναρωτιόμουνα λοιπόν πού να γνωριστήκανε, πώς να ήταν η πρώτη τους ματιά, η πρώτη τους συνάντηση, το πρώτο τους φιλί, η πρώτη τους νύχτα. Την κρατούσε απο το χέρι τόσο σφιχτά σαν να φοβόταν οτι κάποιος ή κάτι θα του την πάρει μακριά, θα του την στερήσει. Εκείνος με αθλητικό καπελάκι, τζιν και ένα φούτερ και εκείνη με φόρμα ίδιου χρώματος πάνω και κάτω και ασορτί καπελάκι. Και οι δύο φορούσαν αθλητικά παπούτσια και στο χέρι τους γυάλιζαν οι βέρες τους. Ετών; Γύρω στα 80. Εκείνος φαινόταν να έχει τον έλεγχο. Πηγαινε μπροστά κουτσαίνοντας και της βαστούσε το χέρι. Όταν εκείνη σταμάτησε στο σταντ με τα αρωματικά φυτά, εκείνος γύρισε, πήγε δίπλα της και έβαλε το χέρι του γύρω από τη μέση της.
Άραγε να έχουνε παιδιά, εγγόνια; Παντρεύτηκαν από έρωτα; Έρωτας... Στέκομαι λίγο σε αυτή τη σκέψη. Άραγε μπορούμε να μείνουμε για πολύ με αυτούς που ερωτεύομαστε; Άγριο πράγμα ο έρωτας... Έρχεται σαν άγριο θηρίο και με αχόρταγη όρεξη σε κατασπαράζει. Επικίνδυνο πράγμα ο έρωτας... Τόσο κοντά στην τρέλα... Η ψυχολογία υποστηρίζει οτι ο άνθρωπος χρειάζεται περίπου 30 δευτερόλεπτα να ερωτευτεί. Αυτή η τρέλα κρατάει από 6 μήνες εώς 2 χρόνια. Αν ξεπεράσεις αυτό το στάδιο γίνεται αγάπη. Αγάπη που ριζώνει. Πόσο δυστυχισμένοι εκείνοι που δεν έχουν αφεθεί να τους παρασύρουν αυτά τα μαγικά συναισθήματα...
Διακόπτω τη σκέψη μου και τους παρατηρώ να προσπαθούνε με δυσκολία να διαβάσουνε τις ετικέτες. Τα κουρασμένα από τα χρόνια μάτια τους δε τους βοηθάνε αρκετά. Λίγο προτού κάνω ένα βήμα προς το μέρος τους για να τους βοηθήσω, αρχίζουν να πειράζουν ο ενας τον άλλον και να γελάνε σαν μικρά παιδιά. Κάθομαι στη θέση μου μη θέλοντας να τους χαλάσω τη στιγμή.
Στιγμή... Στιγμές στο χρόνο... Η ζωή μας αποτελείται από μικρές στιγμές. Στιγμές που κλαίμε, γελάμε, πονάμε, απογοητευόμαστε, που νομίζουμε οτι κατακτάμε τον κόσμο. Στιγμές που έρχονται και στιγμές που φεύγουν. Η κάθε ανθρώπινη ύπαρξη είναι μόνο μια μικρή στιγμή στην αιωνιότητα. Πόσες να είναι οι αληθινές στιγμές που έχουν μείνει χαραγμένες βαθιά μέσα μας;
Τους κοιτάζω να απομακρύνονται με αργά βήματα, πάντα κρατώντας σφιχτά ο ένας το χέρι του άλλου. Να είχαν άραγε ευτυχισμένη ζωή; Σίγουρα πέρασαν δυσκολίες αλλα η γεύση που τους άφησε η κοινή τους πορεία στο χρόνο, να είναι γλυκιά; Τους φαντάζομαι να πίνουν τον πρωινό τους καφέ, να μαγειρεύουν, να κάνουν τον περίπατό τους, να γελάνε με τα εγγόνια τους, να πίνουν το βράδυ τσάι. Μια γλυκιά καθημερινότητα στη δύση της ζωής τους. Σταματάνε λίγο πιο κάτω και η συμπαθητική γιαγιά κοιτάζει τριγύρω. Συνειδητοποιώ οτι δεν κρατάνε καλάθι, βρίσκω ένα και τους πλησιάζω. Τους προσφέρω το καλαθάκι και ο παππούλης με ευχαριστεί ενώ η γιαγιά μου χαμογελάει. "Πόσα χρόνια είσαστε μαζί;" Ο παππούς γελάει. "60 ολόκληρα χρόνια. Έχουμε επέτειο αύριο."
Προσπαθώ να χωρέσω στο μυαλό μου το νούμερο που μου λέει. Χαμογελάω. "Πολλά χρόνια. Μια ολόκληρη ζωή. Πώς τα καταφέρατε;", ρωτάω με θαυμασμό.
"Όταν υπάρχει αγάπη και κατανόηση όλα γίνονται" μου απαντάει εκείνος. Η γιαγιούλα κοιτάζει για λίγο σαν χαμένη. Εκείνος βλέπει οτι την παρατηρώ κ μου λέει ψιθυριστά αλλά με χαμόγελο "η μνήμη της δεν την βοηθάει πια. Έχει άνοια. Την κρατάω από το χέρι αλλιώς μου χάνεται."
Δεν αφήνω το χαμόγελο μου να εξαφανιστεί και δίνω σημασία στις λέξεις που είπε. "Μου χάνεται." Προσωπική αντωνυμια πριν από το ρήμα.
Γυρνάει, την κοιτάζει μέσα στα μάτια, της χαμογελάει και της χαϊδεύει το μάγουλο. "Πάμε. Θα σου μαγειρέψω κοτοπουλάκι σήμερα." Του ανταποδίδει το βλέμμα και το χαμόγελο. Ενα βλέμμα που δεν είναι στα μάτια αλλά κάπου πιο βαθιά... Άλλη μια μαγική στιγμή... Και είναι δικιά τους. Σαν να έχει παγώσει ο χρόνος, σαν να μην βρίσκονται μέσα σε ενα σουπερμάρκετ, σαν να μην υπάρχει κανένας γύρω τους. Προσπαθώ να μην δούνε οτι έχω βουρκώσει και τότε η γιαγιούλα κάνει κάτι ακόμα πιο μαγικό. Μου δίνει ενα φιλί και μια ευχή απο την καρδιά της. "Σας ευχαριστώ πολύ. Δε θα το ξεχάσω. Θα προσπαθήσω."
Με χαιρετάνε, με ευχαριστούνε για το καλαθάκι και τους κοιτάζω καθώς βαδίζουν πιασμένοι σφιχτά όχι προς τους διαδρόμους πια, αλλα προς την αιωνιότητα. Μαζί...
Εγώ σας ευχαριστώ...


Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Τελευταία λόγια...



Συνεχίζω να γράφω. Μάλλον είναι αυτή η δαιμονισμένη εμμονή που απόκτησα να μην κρατάω τα πράγματα μέσα μου. Αυτή η ανάγκη για ειλικρίνεια που υποχρεώνει τις λέξεις, τους μορφασμούς και τα συναισθήματα να πρέπει να εξωτερικεύονται, αλλιώς γίνονται εφιάλτες που με πνίγουν. Ίσως είναι και ο τρόπος που βρήκα για να με επισκέπτεται ολοένα και λιγότερο αυτό το σκοτεινό πλάσμα της νύχτας που κάθεται πάνω στο στήθος μου και με παρακολουθεί χαμογελώντας να αναζητώ για λίγο οξυγόνο.

Δεν έμαθα να παίζω κρυφά ή φανερά παιχνίδια. Δεν λειτουργώ με κανόνες, πρέπει και σημειωματάρια στο μυαλό μου. Δίνω απλόχερα γιατί έτσι αισθάνομαι και προσπαθώ να κάνω τους γύρω μου ευτυχισμένους. Αυτή είμαι και δεν αλλάζω. Η εκμετάλλευση όμως είναι κάτι που δεν αντέχεται. Γνωρίζω πως τα πράγματα στην αγάπη είναι άνισα. Κάποιος δίνει και κάποιος παίρνει. Ποτέ δεν ζήτησα να πάρω τίποτα. Θέλησα όποιος υπήρξε δίπλα μου να μου τα δώσει από μόνος του. Ειδικά εσύ που ήμουνα εκεί να βάζω φάρμακα στις πληγές σου, να μετράω τις αναπνοές σου, να αποτυπώνω τα χαμόγελά σου, να στέκομαι δίπλα σου. Δεν ζήτησα να κάνεις το ίδιο. Το ήθελα όμως.

Δεν το θέλησες, δεν με κατάλαβες, δεν με άξιζες. Δε στο καταλογίζω, απλά μαζεύω ότι υπήρξε δικό σου, τις αναμνήσεις μου και τα υπολείμματα της αγάπης που δεν σεβάστηκες και τα θάβω μέσα στην τρύπα που εσύ με τα χέρια σου άνοιξες και έσκαψες σιγά σιγά μέσα στο χρόνο.

Φεύγω και εύχομαι να μην σε ξανασυναντήσω. Η ζωή είναι γεμάτη μαθήματα κ εγώ τα δικά μου τα πήρα. Μου έκλεψες μέρες, ώρες και κυρίως στιγμές. Στιγμές που πάλευα για λίγο οξυγόνο. Τότε που εγώ έβλεπα ηλιοβασιλέματα κι εσύ περπατούσες με χαμηλωμένο το κεφάλι γιατί δεν άντεχες τα χρώματα. Τότε που εγώ άκουγα μελωδίες και μουσικές και στα δικά σου αυτιά αντηχούσαν σαν λευκός θόρυβος. Τότε που εγώ ήθελα να ταξιδέψω στη θάλασσα και εσύ την έβρισκες πάντα αγριεμένη. Τότε που εγώ ήθελα να κρατιόμαστε χέρι χέρι και να βαδίζουμε μαζί αλλά εσύ μοίραζες τον εαυτό σου και τις υποσχέσεις σου και σε άλλα χέρια και στόματα. 

Ήσουν φοβισμένος, γεμάτος τραύματα. Μια πολύπλοκη προσωπικότητα από συμπλέγματα φοβιών, ανασφαλειών και άλυτων προβλημάτων.

Εγώ θα συνεχίσω να πιστεύω στην αγάπη. Στην αληθινή, ουσιαστική αγάπη που μέσα της δε χωράνε ανταγωνισμοί, μικρότητες και κακίες. Στην αληθινή ένωση σώματος και ψυχής. Ίσως είσαι πολύ καλός στο να πείθεις οτι έχεις κάτι και εγώ το πίστεψα. Έβαλες φωτιά στη ψυχή μου, φαρμάκωσες την καρδιά μου, με κλωθογύρισες στο στρόβιλό σου και κατάντησα ένα σκουπίδι που το σέρνει ανάλογα με την όρεξή του, ο μανιασμένος άνεμος που σε κυβερνά.

Όπως και να 'χει έτσι είναι η σατραπεία του έρωτα. Πρέπει να μάθω να προστατεύω τον εαυτό μου και να τον δίνω απλόχερα μόνο εκεί που του φέρονται με ευλάβεια και σεβασμό. Στην αγάπη πρέπει να προστατεύεις τον άλλον από τις κακουχίες, να στέκεσαι δίπλα του, να τον αντιμετωπίζεις σαν κάτι εύθραυστο. Εσύ διάλεξες τον απάνθρωπο δρόμο του να κάνεις σημαία τις αδυναμίες του άλλου και να τον λυγίζεις. Και η δικιά μου αδυναμία... Εσύ.

Δεν μπορείς να μου κρατήσεις το χέρι, δεν μπορείς να με πάρεις αγκαλιά να χαζέψουμε το ηλιοβασίλεμα, δεν μπορείς να με ταξιδέψεις. Ο λόγος είναι οτι δεν μπορείς να δεις τίποτα από όλα αυτά. Έχεις την ικανότητα να μετατρέπεις το όμορφο σε άσχημο. Δεν μπορείς ή δεν θέλεις. Το αποτέλεσμα ίδιο.

Θα σου λείψω το ξέρω. Κι ας το αρνηθείς μέσα σου, Θα σου λείψω όταν θα δεις πως είναι να μη σου δίνουν απλόχερα. Θα είναι αργά. Τότε θα δίνω απλόχερα την αγάπη μου σε κάποιον άλλον. Ξεκινάω από τον εαυτό μου που είχα ξεχάσει γιατί τον είχα αφήσει στα δικά σου χέρια. 

Ίσως για αυτό συναντηθήκαμε. Όχι για να αγαπηθούμε αλλά για να αφήσει ο καθένας μας πίσω τον φοβισμένο του εαυτό. Και για να σιγουρευτούμε οτι δε θα ξανασυναντηθούμε.